Κατανάλωση, επενδύσεις έφεραν ανάπτυξη 5,9%
Σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. βρέθηκε η Ελλάδα, για δεύτερη χρονιά, με βάση τον ρυθμό ανάπτυξης 5,9% το 2022, όπως έδειξαν χθες τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat (σήμερα ανακοινώνονται τα οριστικά), ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωζώνη ήταν 3,5% και στην Ευρωπαϊκή Ενωση 3,6%.
Η πρόβλεψη της κυβέρνησης στον προϋπολογισμό ήταν για ρυθμό 5,6%.
Με βάση αυτά τα στοιχεία εκτιμάται ότι θα είναι καλύτερο από την πρόβλεψη του προϋπολογισμού και το 2023. Συγκεκριμένα, ενώ ο προϋπολογισμός προβλέπει ρυθμό 1,8%, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί τελικά πάνω από 2%. Σύμφωνα με ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας και του επικεφαλής οικονομολόγου της Νίκου Μαγγίνα, «το τεκμαρτό θετικό αποτέλεσμα μεταφοράς (σ.σ. carry over) από το αποτέλεσμα της ανάπτυξης του 2022 στην αύξηση του ΑΕΠ το 2023 αναθεωρείται προς τα πάνω στο +1,5% σε ετήσια βάση, σε σύγκριση με προηγούμενη εκτίμηση 0,9%, υποδεικνύοντας αυξημένη πιθανότητα για αύξηση του ΑΕΠ το 2023 υψηλότερη από 2% σε ετήσια βάση».
Ο ρυθμός ανάπτυξης 5,9% προέκυψε ύστερα από αναθεώρηση των στοιχείων του ΑΕΠ του γ΄ τριμήνου, το οποίο πλέον εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 4,4% έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 2,8%. Οπως αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, ενσωματώθηκαν στοιχεία για έσοδα του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, τα οποία δεν ήταν διαθέσιμα κατά την προηγούμενη εκτίμηση του Δεκεμβρίου 2022. Ωστόσο, η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ διατηρεί μια επιφύλαξη για πιθανή αναταξινόμηση αυτών των εσόδων από τη Eurostat, «στο πλαίσιο της τελικής εναρμονισμένης αντιμετώπισης των συναλλαγών αυτών». Σε αυτό το πλαίσιο δεν αποκλείει να αναιρεθεί ολικώς ή μερικώς η θετική επίδραση της ενσωμάτωσης των εσόδων του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης. Μια δεύτερη εκτίμηση του ΑΕΠ του 2022 θα ανακοινωθεί στις 18 Οκτωβρίου 2023.
Το δ΄ τρίμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 5,2%, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.
Τα ποιοτικά στοιχεία της αύξησης του ΑΕΠ, πάντως, δεν κινούνται όλα σε θετική κατεύθυνση. Ναι μεν υπήρξε μια σημαντική αύξηση επενδύσεων, αλλά πρωταγωνιστής παραμένει η κατανάλωση, ενώ ανησυχία προκαλεί η αύξηση του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου.
Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 7,8% συνολικά στο έτος, με τη βοήθεια και των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά 11,6% (αφαιρουμένων των αποθεματικών).
Υπολογίζεται ότι οι καθαρές εξαγωγές (εξαγωγές μείον εισαγωγές) αφαίρεσαν 2,8 ποσοστιαίες μονάδες από το ΑΕΠ. Αντίθετα τα αποθεματικά, που εμφανίζονται ιδιαιτέρως αυξημένα –και είναι ένα μέγεθος για το οποίο υπάρχουν ερωτήματα μεταξύ των αναλυτών ως προς το περιεχόμενό του–, υπολογίζεται ότι πρόσθεσαν 2,4 μονάδες στο ΑΕΠ, σύμφωνα με την ανάλυση της Εθνικής.
Βάσει της εκτίμησης της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ σε όρους όγκου το 2022 ανήλθε σε 192,1 δισ. ευρώ έναντι 181,3 δισ. ευρώ το 2021, παρουσιάζοντας αύξηση 5,9%. Σε τρέχουσες τιμές το ΑΕΠ ανήλθε σε 208 δισ. ευρώ έναντι 181,7 δισ. ευρώ το 2021, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14,5%.
Σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, σε ονομαστικούς όρους το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 14%, υπερβαίνοντας κατά 13,3% το προ πανδημίας επίπεδό του το 2019.
Η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε ελαφρώς και τα στοιχεία για το α΄ και το β΄ τρίμηνο του 2022. Ετσι, το α΄ τρίμηνο εκτιμάται ότι το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 7,5% (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 7,9%), το β΄ τρίμηνο κατά 7,3% (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 7,1%), ενώ το γ΄ τρίμηνο, όπως προαναφέρθηκε, το ΑΕΠ εκτιμάται πλέον ότι αυξήθηκε κατά 4,4% (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 2,8%), και το δ΄ τρίμηνο κατά 5,2%.
Επενδυτική βαθμίδα
O διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας κάλεσε την επόμενη κυβέρνηση της χώρας να διατηρήσει τη δημοσιονομική σύνεση, προβλέποντας ένταξη στην επενδυτική βαθμίδα τους επόμενους μήνες. Οπως είπε στους Financial Times, εφόσον η επόμενη κυβέρνηση στείλει σήμα ότι προτίθεται να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να εκμεταλλευθεί το παράθυρο ευκαιρίας ώστε να μειώσει το χρέος της χώρας, η επενδυτική βαθμίδα θα επιτευχθεί εντός του έτους. Μάλιστα εκτίμησε ότι ο πιο πιθανός χρόνος αναβάθμισης είναι αμέσως μετά τις εκλογές, αλλά δεν απέκλεισε αυτό να συμβεί ακόμη και πριν από την κάλπη. Κατά τον κεντρικό τραπεζίτη, ο ενάρετος κύκλος των τελευταίων ετών δεν πρέπει να σπάσει. «Η Ελλάδα», είπε, «κατόρθωσε να διορθώσει τις μακροοικονομικές ανισορροπίες της και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα τιμών και μισθών, αλλά η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα παραμένει χαμηλή σε σύγκριση με τα μέλη της Ευρωζώνης». Και πρόσθεσε, στο φόντο της σιδηροδρομικής τραγωδίας: «Η υποδομή της χώρας και ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα παραμένουν ζητούμενο».
www.kathimerini.gr