Έμμεσοι φόροι: «Πυρ ομαδόν» φορέων για τους μειωμένους συντελεστές – Τι ζητούν οι Έλληνες φορολογούμενοι
Σε αντίθετες κατευθύνσεις κινούνται οι απαιτήσεις των Ελλήνων φορολογουμένων και μιας σειράς από διεθνών και εγχώριων φορέων, με τελευταίο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), σε ό,τι αφορά τους έμμεσους φόρους που πληρώνουμε στην Ελλάδα.
Από την μία, οι Έλληνες φορολογούμενοι διεκδικούν να πληρώνουν λιγότερους ΦΠΑ και ΕΦΚ, καθώς θεωρούν πως επιβαρύνονται υπέρογκα, όπως επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία από τα φορολογικά έσοδα αυτών των κατηγοριών.
Από την άλλη, οργανισμοί κύρους προτείνουν την εξάλειψη των μειωμένων συντελεστών φορολόγησης, εγείροντας ζητήματα απώλειας εσόδων και δημοσιονομικών προοπτικών.
Την αρχή έκανε προ περίπου ενός μηνός έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στην οποία αναφέρεται πως στην χώρα μας υπάρχουν περιθώρια για να εισπράττονται περισσότερα έσοδα διαμέσου της σταδιακής κατάργησης των μειωμένων συντελεστών και των απαλλαγών από τον ΦΠΑ, αλλά και της αύξησης και επέκτασης των ΕΦΚ και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων.
Στη συνέχεια, προ ολίγων ημερών και το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) ακολούθησε τονίζοντας πως μια σημαντική πηγή απώλειας εσόδων είναι οι αποφάσεις πολιτικής που περιορίζουν τη φορολογική βάση ή μειώνουν το οφειλόμενο ποσό ΦΠΑ για κάποιους εκ των φορολογουμένων. Το ΙΟΒΕ αναφέρει πως το κενό αυτό, στην Ελλάδα είναι υψηλότερο από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, ενώ μάλιστα να μεγεθύνεται από το 2018 και έπειτα στην Ελλάδα χωρίς να έχει συμβεί κάτι ανάλογο στην ΕΕ.
Τελευταίο «κρούσμα» ήταν η χθεσινή (30.01.2025) έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα. Εκεί γίνεται λόγος για αναποτελεσματικές φοροαπαλλαγές, ιδιαίτερα για μη αναλογικές εξαιρέσεις ΦΠΑ σε ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες, οι οποίες θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά. Παράλληλα, προτείνεται και η αύξηση της φορολογίας σε επίπεδο «πράσινων», περιβαλλοντικών φόρων.
Τι ζητούν οι φορολογούμενοι
Η εν εξελίξει συζήτηση στην ελληνική κοινωνία για τους έμμεσους φόρους ξεκινά από την καθημερινότητα των φορολογούμενων πολιτών και φτάνει μέχρι τον διάλογο των κομμάτων στο κοινοβούλιο. Από την πλευρά τους, οι φορολογούμενοι ζητούν την περαιτέρω μείωση των έμμεσων φόρων, καθώς, επί παραδείγματι, στην Ελλάδα έχουμε έναν από τους υψηλότερους βασικούς συντελεστές ΦΠΑ σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση, όπως και οι ανωτέρω φορείς, εγείρουν το ζήτημα της δημοσιονομικής σταθερότητας καθώς ο ελληνικός προϋπολογισμός στηρίζεται δυσανάλογα στην είσπραξή φόρων.
Τα πρόσφατα στοιχεία εκτέλεσης προϋπολογισμού για το σύνολο του 2024, δείχνουν πως πέρυσι πληρώσαμε μόνο για ΦΠΑ 26,346 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, και τα έσοδα από ΕΦΚ ανήλθαν σε 7,251 δισ. ευρώ.
Στον αντίποδα, τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος ανήλθαν σε 23,992 δισ. ευρώ ενώ τα έσοδα των φόρων ακίνητης περιουσίας ανήλθαν σε 2,467 δισ. ευρώ.
Αυτό σημαίνει οι έμμεσοι φόροι έφεραν στα δημόσια ταμεία 33,597 δισ. ευρώ, ενώ οι δύο άλλες βασικές κατηγορίες φόρων έφεραν μόλις 26,459 δισ. ευρώ.
Αποτέλεσμα, τα έσοδα των έμμεσων φόρων να αποτελούν σχεδόν το μισό από το σύνολο των σχετικών εισπράξεων φόρων και εισφορών, το οποίο με την σειρά του αποτελεί ένα σημαντικό ποσοστό των συνολικών εσόδων, με τους φορείς να «πιέζουν» προς ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του.
Υπενθυμίζεται πως η Ελλάδα είναι στην 5η θέση της ΕΕ με τον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ. Σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Φορολογικού Ιδρύματος, την πρώτη τετράδα στην ΕΕ με τον ακριβότερο βασικό ΦΠΑ απαρτίζουν η Ουγγαρία (27%), η Κροατία, η Δανία και η Σουηδία (όλες στο 25%), με την Ελλάδα, την Φινλανδία και την Ισλανδία να ακολουθούν με 24%.
www.newsit.gr